ΠΩΣ ΘΑ ΕΠΙΛΕΞΕΤΕ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΘΕΛΕΤΕ ΝΑ ΔΙΑΒΑΣΕΤΕ

Στη δεξιά στήλη με ην ονομασία ''ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΘΕΜΑΤΩΝ'' βλέπετε τις λέξεις κλειδιά (ετικέτες) που η κάθε μια σε παραπέμπει (αφού την επιλέξετε) σε κάθε ενότητα (Θεματολογία)

πχ Κάνοντας ΚΛΙΚ στη λέξη "ΝΟΥΒΕΛΕΣ" αυτόματα θα έρθουν στο προσκήνιο όλες οι αναρτήσεις αυτού του είδους (μόνο οι τίτλοι)

Φυσικά η σελίδα δεν χωρά όλες τις αναρτήσεις γιαυτό, στο τέλος της σελίδας καντε κλικ στη φράση ''Παλαιότερες αναρτήσεις'' μέχρι να φτάσετε στην τελευταία

Επιλέγοντας με ένα κλικ πάνω στον τίτλο, ανοίγει όλο το κείμενο για να το διαβάσετε.

Καλή ανάγνωση

20/7/12

ΜΙΑ ΡΟΖ ΙΣΤΟΡΙΑ (Αφήγημα)


(Αφήγημα)
Ποτέ δεν μπορούσα να διανοηθώ πως θα με απασχολήσει ως ιδέα που θα αποτελούσε την έμπνευση για να γραφεί από το χέρι μου, κάποια μικρή ροζ ιστορία. Να όμως που ποτέ δεν πρέπει να λες ποτέ, γιατί δεν μπορώ να αποφύγω τον πειρασμό να μοιραστώ μαζί σας ένα πραγματικό γεγονός που έγινε μπροστά στα μάτια μου στην κυριολεξία, ένα ζεστό βράδυ του Ιουλίου, δίπλα στο κύμα.
Η συναυλία του Λαυρέντη Μαχαιρίτσα στο Καλλιμάρμαρο, είχε τελειώσει γύρω στις μία και μισή μετά τα μεσάνυκτα. Η βραδιά ήταν μαγευτική. Είχα χρόνια να ζήσω τέτοια έκσταση. Τα τραγούδια που άκουσα με ταξίδεψαν στα χρόνια της νιότης μου, ιδιαίτερα όταν ακούστηκε από τον Adamo το ‘’Mon cinema’’ Αυτή τη μαγεία δεν ήθελα με τίποτα να την καταθέσω αμέσως στο κρεβάτι μου και ν’ αφήσω τον ύπνο να σκεπάσει, ότι για τρείς ώρες με ταξίδευε. Αποφάσισα λοιπόν να παρκάρω το αυτοκίνητο μου στην τσιμεντένια προβλήτα, μέσα στο χώρο των Ολυμπιακών εγκαταστάσεων του Φαληρικού Δέλτα και με φόντο ένα ολόγιομο φεγγάρι που έλαμπε στον ουρανό, να δώσω παράταση στη μικρή μου απόδραση.
Έγειρα αρκετά προς τα πίσω το κάθισμα του οδηγού και πήρα όσο πιο καλά μπορούσα την πιο αναπαυτική θέση ώστε να έχω συνεχώς στα μάτια μου τη θέα του φεγγαριού. Δεν πέρασαν όμως ούτε πέντε λεπτά κι ακριβώς δίπλα μου, ήρθε και στάθμευσε ένα μικρό αυτοκίνητο, τα γνωστά smart κι ένα αγόρι μ’ ένα κορίτσι 18 έως είκοσι ετών, βγήκαν και κάθισαν μπροστά απ’ αυτό, στην προβλήτα, αφήνοντας τα πόδια τους να αιωρούνται λίγα εκατοστά πάνω από το νερό της θάλασσας. Πριν προλάβω να κάνω οποιαδήποτε σκέψη για το ποια θα έπρεπε να είναι η δική μου η στάση απέναντι σ’ αυτό το γεγονός, αυτό που παρατήρησα πρώτα απ’ όλα και μ’ έκανε να μην βιαστώ να μετακινηθώ από το σημείο, ήταν πως τα δυο παιδιά από την αρχή έδειχναν ότι δεν είχαν καμία σχέση ερωτική μεταξύ τους. Ήταν απλά μόνο φίλοι κι αυτό επιβεβαιώθηκε κι από τις πρώτες στοιχομοιθείες που αντάλλαξαν. Η θέση άλλωστε που πήραν σαν κάθισαν στο τσιμέντο μαρτυρούσε του λόγου το αληθές. Μεταξύ τους υπήρχε μια απόσταση ασφαλείας και σαν άρχισαν να συνομιλούν, καμία σωματική επαφή δεν επιχειρούσε ο ένας προς τον άλλον.
Αυτό ήταν και το σημείο που έκανε την περιέργεια μου να εκτιναχθεί στα ύψη. Δεν μπορεί σκέφτηκα. Ένα αγόρι κι ένα κορίτσι σαν τα κρύα τα νερά, μια νύχτα με πανσέληνο, στις δύο η ώρα το βράδυ, να κάθονται και να συνομιλούν περί ανέμων και υδάτων; Ναι αυτή ήταν η περιέργεια μου. Να κάτσω και ν’ αφουγκραστώ, τι μπορεί να λένε δυο ζωγραφιές πραγματικές που θεωρητικά ο έρωτας ξεχείλιζε ακόμα κι από το χαμόγελό τους, κάτω από έναν υπέρλαμπρο έναστρο ουρανό μ΄ένα φεγγάρι σαν δαχτυλίδι. Έπρεπε αυτή την εμπειρία να τη ζήσω από κοντά.
Η θέση κατά πως ήμουν ξαπλωμένος στο αυτοκίνητο και το ότι βρισκόμουν πίσω από την πλάτη τους μιας και αυτά βρίσκονταν ακριβώς στο χείλος της προκυμαίας κι έβλεπαν μπροστά προς την Καστέλα, δεν δημιουργούσε καμία μα καμία υποψία στα παιδιά πως κάποιος δίπλα τους κρυφάκουγε τις συνομιλίες τους.
Ο δαίμων του τυπογραφείου δηλαδή η χαριτωμένη κοπελιά, έβγαζε ένα ένα από τη φαρέτρα της τα βελάκια της κι άρχιζε να τα πετά προς τον ανυποψίαστο Άδωνη. Κι έδειχνε ο δόλιος πως ήταν εντελώς ανυποψίαστος γιατί λες και είχε την υποχρέωση, ανά πάσα στιγμή να προσπαθεί να επαληθεύσει προς την κοπελίτσα, πως σίγουρα αυτό που γίνονταν απόψε δεν είχε καμιά σχέση με ερωτική συνεύρεση. Λες και του ζητούσε κανείς διαπιστευτήρια. Λόγος όμως δεν υπήρχε αφού ποτέ η νεαρά δεν αναφέρθηκε σε κάτι τέτοιο.
-         Κοίτα να δεις πλάκα, αναρωτήθηκε κάποια στιγμή η κοπέλα. Εγώ με σένα κάτω από το φεγγάρι. Ε ρε και να μας έβλεπε από καμιά μεριά η Φωτεινή.
Η φωτεινή θα ‘πρεπε να ήταν το κορίτσι του αγοριού, συμπέρανα απ τα συμφραζόμενα.
-         Η φωτεινή; Αναμάσησε ο νεαρός. Γιατί; Ακόμα και να μας έβλεπε, δε νομίζω να κάνουμε κάτι κακό;
Και για ν’ αποδείξει του λόγου το αληθές, άρχιζε να ξετυλίγει κάτι χαζές ιστορίες από γεγονότα της παρέας του, χωρίς σταματημό. Μάλλον από αμηχανία το έκανε ενώ η ματιά του κοιτούσε αμήχανα μόνιμα προς την Καστέλα. Το έκανε ίσως για ν’ αποφύγει το άμεσο κοίταγμα στα μάτια που του είχε καρφώσει η κοπέλα. Να το έκανε κι αυτή επίτηδες; Ποιος ξέρει; Αυτή την απορία δεν την έχω λύσει εδώ και σαράντα χρόνια. Πολλές φορές και οι δικές μου οι φίλες, μου προκαλούσαν αμηχανία. Όχι γιατί ήμουνα δειλός. Αλλά τι να πεις σε μια φίλη όταν κάθεται σταυροπόδι και αναδεικνύονται όλα της τα κάλλη, συμμαζέψου; Κάνεις πως κοιτάς αλλού και παριστάνεις τον αδιάφορο. Φαίνεται όμως πως η λύση της Καστέλας δεν θα τον βοηθούσε για πολύ ακόμα τον φίλο μας. Η Άννα, αυτό ήταν το όνομά της, ίσως μέσα στο μυαλουδάκι της, ή ασυναίσθητα ή με πρόθεση (άλλη απορία δική μου που επίσης δεν έχω ακόμα απαντήσει) άρχισε να δίνει στη βραδιά, άλλη διάσταση.
Να που δεν είχα άδικο. Η φύση έπρεπε να λειτουργήσει, εφαρμόζοντας τους δικούς της κανόνες. Όταν μια φλόγα σμίγει με μια άλλη φλόγα, πρέπει λογική ν’ ανάψει φωτιά.
-         Γιώργο; Θέλω να σου δώσω ένα φιλί, πειράζει;
-         Όχι δεν πειράζει; Απάντησε με σιγουριά ο Γιώργος.
Και του σκάει ένα πεταχτό φιλί στα χείλη, στη μοναδική στιγμή που ο Γιώργος, άφησε τη θέα της Καστέλας κι έστριψε το κεφάλι του δεξιά, δηλαδή προς το μέρος της.
-         Θα μου δώσεις κι εσύ ένα, ή κωλώνεις.
-         Όχι δεν κωλώνω
Και της έδωσε όχι ένα αλλά τρία τέσσερα, σαν ριπή όπλου, στην περιοχή του λαιμού της.
Όχι μη βιάζεστε να βγάλετε συμπεράσματα. Οι εξελίξεις δεν είναι ραγδαίες. Η ηρεμία αποκαταστάθηκε σύντομα, (φρόντισε ο Γιώργος γι αυτό) και επανήλθαν οι σαχλές αφηγήσεις για τα κατορθώματα τώρα κάποιας κοινής τους φίλης. Η Άννα άλλαζε συνέχεια θέσεις. Σίγουρα το τσιμέντο άρχιζε να γίνεται αφιλόξενο. Κάθε λεπτό, άλλαζε. Ο Γιώργος όχι. Αυτός είναι μόνιμα καρφωμένος μπροστά λες και οδηγούσε αυτοκίνητο και δεν έπρεπε να κοιτάζει δεξιά κι αριστερά. Είμαι βέβαιος πως τη θέα της Καστέλας είναι πλέον σε θέση, ανά πάσα στιγμή, να τη ζωγραφίσει, χωρίς να χρειάζεται να την ξαναδεί. Η Άννα τελικά βρήκε τη στάση που από ώρα γύρευε σαν πιο βολική. Γύρνα από δω γύρνα από εκεί, γυρίζει τελικά ανάσκελα κι έφερε το κορμί της σε κάθετη ορθή γωνία με τον Γιώργο, ενώ φρόντισε το κεφαλάκι της να ακουμπά σαν μαξιλάρι στα πόδια του Γιώργου.
-         Τέλεια, μουρμούρισε. Και για να μην ξαναανακατέψει την τράπουλα, πήρε από την αρχή με τα δυο της χέρια, το δεξί χέρι του Γιώργου και το έβαλε διακριτικά πάνω στο σώμα της.
Εδώ φίλε αναγνώστη, είναι που λες. Μα είναι δυνατόν; Κι όμως είναι. Εγώ προσωπικά το ξέρω. Υπάρχουν πολλά παιδιά σαν το Γιώργο που δεν έχουν καμιά σχέση με αυτά που το παίζουν σεξοκυνηγοί Πρότεινε αυτός προφανώς στην κοπέλα απόψε μια ρομαντική βόλτα στο φεγγαρόφωτο και θέλει να τιμήσει το λόγο της αντρικής του τιμής που έδωσε. Κανένα σενάριο, κανένα υπονοούμενο, τίποτε περισσότερο από αυτό που ζήτησε αρχικά.
Η μόνη του αντίδραση ήταν να καταφέρει να αποσπάσει το χέρι του από το σφιχταγκάλιασμα της Άννας και για να μην το πάρει και τελείως έφερε την παλάμη του κάτω από το σαγόνι της και τη χάιδευε τρυφερά. Είχε πολύ γούστο αυτή η σκηνή. Θα έπρεπε να τον είχε λούσει κρύος ιδρώτας. Η συζήτηση είχε σταματήσει. Η Άννα κάποια στιγμή σιγομουρμούρισε πως θα θελε πολύ να κοιμηθεί στην αγκαλιά του κι ο Γιώργος έσπευσε σκύβοντας για να τη χαλαρώσει δίνοντας της ένα φιλί.
-         Τι καλός που είσαι μωρέ Γιώργο. Δεν έχω με κανέναν ξανανιώσει έτσι. Μ’ έχεις αναστατώσει το ξέρεις;
Ο Γιώργος μάλλον εκείνη τη στιγμή δεν ήξερε ούτε το όνομα του. Σιωπηλός κι ατάραχος, άφησε το χέρι του να το κατευθύνει Άννα η οποία αφού είδε κι απόειδε με την αδράνεια του, μετέφερε το χέρι του πίσω από το αυτί της και σχεδόν παρακλητικά του ζήτησε να τη χαϊδέψει. Εξωτερικά ο φίλος μας ο Γιώργος δεν έδειχνε κανένα σημάδι ανησυχίας. Μπορεί ο έρμος από μέσα του όλα να είχαν πάρει φωτιά, αλλά, εκεί, στο ύψος των περιστάσεων. Η Άννα, κάθε άλλο. Έδειχνε να είχε καταπιεί ολάκερο σεισμό, ώσπου κάποια στιγμή εγκατέλειψε την ύπτια στάση και γύρισε το σώμα της σε πλάγια θέση, έχοντας πάντα το κεφαλάκι της στα πόδια του Γιώργου, μόνο που αυτή τα φορά το πρόσωπο της ακουμπούσε ολόκληρο μπροστά από το φερμουάρ του παντελονιού του.
Το τι επακολούθησε, μην περιμένετε από εμένα να σας το εξιστορήσω. Άλλωστε σε καμία περίπτωση δεν ήταν αυτή η πρόθεση μου. Εγώ για δύο λόγους αποφάσισα να ασχοληθώ με αυτή την ιστορία. Ο πρώτος ήτανε γιατί τη βρήκα τρομερά γλυκιά ρομαντική κι ανθρώπινη και ο δεύτερος για να μεταφέρω και σε εσάς τους αναγνώστες μου μια άποψη που βρήκε για άλλη μια φορά την επαλήθευση της και που κουβαλώ χρόνια τώρα. Συνοπτικά μπορώ να σας την περιγράψω και να σας πω πως η φύση, η οποία δεν έχει να μοιάσει σε τίποτα με εμάς τους ανθρώπους που βάζουμε πάντα στα πάντα στη ζωή μας λογικοφανείς κανόνες, ενδοιασμούς, απαγορεύσεις κι όλα αυτά τα πρέπει, η φύση λοιπόν λειτουργεί ελεύθερα. Εντελώς ελεύθερα και δημιουργεί τις πιο όμορφες εικόνες. Συγνώμη Φωτεινή μου (για όσους δεν θυμούνται η Φωτεινή είναι το κορίτσι του Γιώργου) που δεν θα σου έδινα καθόλου δίκαιο αν σε περίπτωση που μάθαινες αυτή την ιστορία, θα άρχιζες να διαρρηγνύεις τα ιμάτια σου για την απιστία του καλού σου. Ο Γιωργάκης σου, μέχρι του σημείου που οι συνθήκες πιέσεως θερμοκρασίας και περιβάλλοντος, ήταν σε νορμάλ επίπεδα. Είχε την πιο αξιοπρεπή στάση και θα πρέπει να είσαι υπερήφανη γι αυτόν. Από τη στιγμή όμως που η φύση έπρεπε να εφαρμόσει αυτό που απλά λέμε, νόμοι της φυσικής, όλα ήταν αναπόφευκτα. Κι όπως μια παλιά πολύ καλή μου φίλη, γκουρού σε θέματα σχέσεων και έρωτα, έλεγε, «Αν θες να μην καείς από ένα δάσος που καίγεται, απλά μην πλησιάζεις καθόλου τη φωτιά» Είναι τόσο απλά τα πράγματα στη ζωή γι αυτό είναι και όμορφη. Και πέστε μου ειλικρινά με το χέρι στην καρδιά. Τι θα είναι αυτό που θα κουβαλάνε μια ζωή μεσ’ την καρδιά τους αυτά τα δυο βλαστάρια, ο Γιώργος και η Άννα. Η ευτυχία για ότι έζησαν εκείνο το βράδυ με το ολόγιομο φεγγάρι, η οι τύψεις που υπέκυψαν στην απιστία;
Το συμπέρασμα δικό σας.

Μαντζούρης Κων/νος
Ιούλιος 2012


Δεν υπάρχουν σχόλια: